Στην Ελλάδα η αρχή της ίσης μεταχείρισης και της ισότητας των φύλων καθιερώνεται με το Σύνταγμα του 1975. Ειδικότερα στο Άρθρο 4, παράγραφο 1 καθορίζεται μια γενική αρχή ισότητας «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» . Η συνταγματική αυτή αρχή συμπληρώνεται αναφορικά με τις σχέσεις των δυο φύλων στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ως εξής: «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις». Στην αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001 εντάχθηκε μια νέα διατύπωση, -Άρθρο 116 παρ. 2- που αναφέρει «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών».
Με το Άρθρο 16 του Συντάγματος του 1975 θεμελιώνεται η ισότητα στο δικαίωμα της δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης για όλους τους υπηκόους, ανεξαρτήτου φύλου. Επιπλέον «η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες, η δε ανάπτυξη και προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του κράτους».
Η αρχή της ισότητας των φύλων καθιερώθηκε με το Σύνταγμα του 1975, με την είσοδο όμως της χώρας στην ΕΟΚ και κυρίως κατά την περίοδο 1981-1989, θεμελιώθηκε με νόμους που στόχευαν στην εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής του τόπου. Ψηφίστηκαν νόμοι που αφορούν στην οικογένεια, στην εκπαίδευση, στις εργασιακές σχέσεις και στην κοινωνική ασφάλιση. Με το Νόμο 1286/82 καταργήθηκαν και οι τελευταίες διακρίσεις σε νομοθετικό επίπεδο μεταξύ μαθητριών και μαθητών καθώς και στο διδακτικό προσωπικ. Με το Νόμο 1329/83 εκσυγχρονίστηκε το Οικογενειακό Δίκαιο και προσαρμόστηκε στη συνταγματική επιταγή της αρχής της ισότητας των δύο φύλων. Σύμφωνα με το νόμο αυτό καταργήθηκε: η έννοια της πατριαρχικής οικογένειας στην οποία ο άνδρας ήταν η κεφαλή και ο αρχηγός της οικογένειας, και αποφάσιζε για το κάθε τι που αφορούσε το συζυγικό βίο και αντικαταστάθηκε με την οικογένεια της ισότητας στην οποία ο άνδρας και η γυναίκα αποφασίζουν για όλα τα θέματα της συζυγικής και οικογενειακής τους ζωής.
Το 1985 με το Ν. 1558/85 συστήθηκε η Γενική Γραμματεία Ισότητας (Γ.Γ.Ι.) ως αρμόδια δημόσια υπηρεσία για την προώθηση της τυπικής και ουσιαστικής ισότητας ανδρών και γυναικών σε όλους τους τομείς -πολιτικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς- και έως σήμερα παραμένει αρμόδιος κυβερνητικός φορέας για θέματα ισότητας φύλων. Το 1989 με το Ν. 1835/89 αρχικά και στη συνέχεια με το Ν. 2266/94, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ) το οποίο λειτουργεί ως σήμερα. Σε περιφερειακό επίπεδο δημιουργήθηκε η νομαρχιακή οργάνωση των μηχανισμών ισότητας που περιλαμβάνει τις Νομαρχιακές Επιτροπές Ισότητας με εκπροσώπους κρατικών, τοπικών φορέων και γυναικείων οργανώσεων και τα Νομαρχιακά Γραφεία Ισότητας για την καλύτερη ενημέρωση των πολιτών. Τέλος, το 2000 θεσμοθετήθηκαν σε επίπεδο Περιφέρειας 13 Περιφερειακές Επιτροπές Ισότητας, στις οποίες προΐσταται ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας∗.
Από το 1995 και μετά η πολιτική ισότητας των φύλων επεκτάθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο φάσμα πεδίων άσκησης δημόσιας πολιτικής όπως αυτά διατυπώθηκαν κατά την Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Γυναικών στο Πρόγραμμα Δράσης του OHE (1995). Σε αυτά περιλαμβάνονται η αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και η συμμετοχή στα κέντρα αποφάσεων, πεδία που αποτέλεσαν σταθερές προτεραιότητες της δημόσιας πολιτικής ισότητας στην Ελλάδα μέχρι σήμερα∗∗.
∗ Στρατηγάκη Μαρία, «Πολιτικές για την Ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα», στο «Φύλο και Νέα Επαγγέλματα» του ΕΠΠΕΑΕΚ ΙΙ 2000-2006 «Παραγωγή Βοηθητικού εκπαιδευτικού υλικού για την εισαγωγή θεμάτων σχετικά με τα φύλα στην εκαπιδευτική διαδικασία», 2007, διαθέσιμο εδώ.
∗∗Στρατηγάκη
Προώθηση της Ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στην οικονομική ζωή
Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελλάδας, Άρθρο 22, παράγραφος 1, «Όλοι oι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας». Ο Νόμος 3896/2010 επικυρώνει την συνταγματική αρχή και αποτελεί το νόμο που εξασφαλίζει την ισότητα των δυο φύλων στις εργασιακές σχέσεις -ο νόμος κωδικοποίησε σε ενιαίο κείμενο την μέχρι τότε ισχύουσα νομοθεσία. Αποσαφηνίζονται οι έννοιες άμεση και έμμεση διάκριση, διευρύνεται η έννοια των απαγορευμένων διακρίσεων, εντάσσει τις έννοιες σεξουαλική παρενόχληση και παρενόχληση λόγω φύλου, ενισχύει τη θέση της εγκύου και της μητέρας.
Με το άρθρο 4 παράγραφο 1 επιβάλλεται ισότητα αμοιβής για όμοια εργασία ή εργασία ίσης αξίας. Άλλα θέματα που ρυθμίζει είναι η ίση μεταχείριση στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, η ίση μεταχείριση σε σχέση με την πρόσβαση στην απασχόληση στην επαγγελματική εξέλιξη και κατάρτιση και τους όρους εργασίας. Προβλέπει φορέα παρακολούθησης για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης το Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος υποχρεούται να συνεργάζεται με το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας και τη Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων.
Για την ισόρροπη συμμετοχή των δύο φύλων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η Ελληνική Βουλή ψήφισε νομοθετική διάταξη, Νόμος 2839/2000, Άρθρο 6, σύμφωνα με το οποίο επιδιώκεται η ισόρροπη συμμετοχή αντρών και γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Δημόσιο, στα ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ καθώς επίσης και στους ΟΤΑ α' και β' βαθμού.
Μέτρα – δράσεις αντιμετώπισης της βίας κατά των γυναικών
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι η πιο ολοκληρωμένη διεθνής συνθήκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία. Η Ελλάδα υπέγραψε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης τον Μάιο του 2011 και την επικύρωσε τον Απρίλιο του 2018. Η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 2018, με το νόμο Ν. 4531/2018. Η Σύμβαση είναι σημαντική γιατί αναγνωρίζει ότι γυναίκες και κορίτσια εκτίθενται σε υψηλότερο κίνδυνο βίας από ότι οι άνδρες, αναγνωρίζει στην πράξη και κατά το νόμο (de facto & de jure) την ισότητα μεταξύ των φύλων και καταδικάζει κάθε μορφή βίας κατά των γυναικών και των παιδιών, όπως και κάθε μορφή έμφυλης βίας. Η Σύμβαση προβλέπει το συντονισμό και τη συνεργασία αρμόδιων φορέων: δικαστική εξουσία, αστυνομία, τοπικές και περιφερειακές αρχές, οργανώσεις προστασίας και στήριξης θυμάτων και μαρτύρων. Η εφαρμογή της Σύμβασης από τα κράτη που την έχουν επικυρώσει παρακολουθείται από την ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων GREVIO και η πρώτη αξιολόγηση της χώρας αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2023.
Με το Ν.4604/2019, το πρώτο μέρος του οποίου έχει τίτλο «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας» (άρθρα 1-30) πρώτη φορά νομοθετείται αυτοτελές θεσμικό πλαίσιο για την ισότητα μεταξύ των φύλων και την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών, το οποίο διέπεται από μια συνολική θεώρηση των έμφυλων σχέσεων και χωρίς να αντιμετωπίζεται το γυναικείο φύλο ως «ειδική κατηγορία», όπως ισχύει με τις μέχρι σήμερα διατάξεις και ρυθμίσεις του οικογενειακού και εργατικού δικαίου, του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης, τις κοινοτικές οδηγίες και τις διεθνείς συνθήκες, που η χώρα μας έχει κυρώσει ή ορίζει το Σύνταγμα μας. Προσδιορίζονται μέσω αυτού, οι βασικές έννοιες, οι μηχανισμοί και οι φορείς για την πραγμάτωση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των φύλων, η ενσωμάτωση της εν λόγω αρχής στις δημόσιες πολιτικές και στον ιδιωτικό βίο, καθώς και η διαμόρφωση και οργάνωση ενός δικτύου μόνιμων δομών, ανά τη χώρα, με αντικείμενο δράσης την πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών. Για το σκοπό αυτό, προβλέπεται η λειτουργία ενός ολοκληρωμένου Δικτύου δομών και υπηρεσιών με αντικείμενο την προσφορά ψυχοκοινωνικής στήριξης, νομικής συμβουλευτικής, αλλά και ασφαλούς διαμονής στις γυναίκες θύματα έμφυλης βίας. Πρόκειται για τις δομές που συνιστούν το δίκτυο της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, δηλαδή τα Συμβουλευτικά Κέντρα Γυναικών, οι Ξενώνες φιλοξενίας των γυναικών επιζωσών βίας, η 24ωρη πανελλαδική τηλεφωνική γραμμή SOS 15900. Επιπλέον, θεσμοθετούνται τα Αυτοτελή Γραφεία Ισότητας στις Περιφέρειες, στην ΚΕΔΕ και την ΕΝΠΕ, οι Επιτροπές Ισότητας στους Δήμους και αναβαθμίζονται οι Περιφερειακές Επιτροπές Ισότητας. Στον τομέα της εκπαίδευσης, περιλαμβάνεται η αποτύπωση της διάστασης του φύλου τόσο στις δράσεις και στα προγράμματα σπουδών των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, όσο και στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στην εκπαιδευτική διαδικασία εν γένει.
Το ΕΣΔΙΦ, Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων, περιλαμβάνει μια σειρά οριζόντιων παρεμβάσεων σε όλο το εύρος της δημόσιας πολιτικής και κάθετων εξειδικευμένων πολιτικών που απευθύνονται σε γυναίκες και άνδρες στους τομείς όπου εντοπίζονται ανισότητες. Ο συνδυασμός των δύο κατευθύνσεων στις παρεμβάσεις ακολουθεί τη στρατηγική για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων, όπως αυτή καθιερώθηκε το 1995 στην Πλατφόρμα του Πεκίνου του ΟΗΕ και την Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Gender mainstreaming.
Οι άξονες προτεραιότητας του ΕΣΔΙΦ ακολουθούν τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα Κράτη μέλη, με προσαρμογή στις ιδιαίτερες συνθήκες της Ελλάδας και αφορούν τα εξής πεδία πολιτικής:
- Κοινωνική Ένταξη και ισότιμη μεταχείριση γυναικών που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις
- Έμφυλη βία
- Αγορά εργασίας και εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής
- Εκπαίδευση, κατάρτιση, πολιτισμός, αθλητισμός και μέσα μαζικής ενημέρωσης
- Υγεία
- Κέντρα λήψης αποφάσεων
Πιο πρόσφατη εξέλιξη στο πεδίο της νομοθεσίας αποτελεί η ψήφιση του Νόμου 4491/2017 (ΦΕΚ Α’ 152/13.10.2017) «Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου - Εθνικός Μηχανισμός Εκπόνησης, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Σχεδίων Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και άλλες διατάξεις», με τον οποίο παρέχεται σε διεμφυλικά άτομα το δικαίωμα στην αναγνώριση της ταυτότητας φύλου τους ως στοιχείου της προσωπικότητάς τους και το δικαίωμα στον σεβασμό της προσωπικότητάς με βάση τα χαρακτηριστικά φύλου τους. Το 2016, ο Νόμος 4443/2016 (ΦΕΚ Α'232/9.12.2016) ενσωματώνει –μεταξύ άλλων τις Οδηγίες 2000/43/ΕΚ περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής, και 2000/78/ΕΚ για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, ενισχύοντας το εθνικό θεσμικό πλαίσιο για την ίση μεταχείριση, αντικαθιστώντας τον Νόμο 3304/2005 (ΦΕΚ 16/Α/27-01-2005) «Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού» και ενισχύοντας προϋπάρχουσες διατάξεις άλλων σχετικών Νόμων17. Στο άρθρο 2 του Νόμου περιλαμβάνονται ορισμοί για έννοιες όπως: «άμεση διάκριση» 18 , «έμμεση διάκριση» 19 , «παρενόχληση» 20 , «διάκριση λόγω σχέσης» 21 , «διάκριση λόγω νομιζόμενων χαρακτηριστικών»22 , «πολλαπλή διάκριση» 23 κ.ά. Με βάση τον εν λόγω Νόμο, η αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου στον τομέα της εργασίας και της απασχόλησης (συνθήκες εργασίας, πρόσβαση στην απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση) εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Η προώθηση της ισότητας των φύλων τελικά δεν είναι ζήτημα που αφορά μόνο τις γυναίκες: αφορά και τους άνδρες αλλά και την κοινωνία σε όλες της τις εκφάνσεις και αγγίζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Η ισότητα των φύλων μπορεί να γίνει αφετηρία προόδου, πλουραλισμού και δημοκρατίας, μέσω της οικοδόμησης μια ισότιμης συνεργασίας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το νομοθετικό πλαίσιο που υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα θεωρείται ένα από τα πιο προωθημένα. Όμως δεν επαρκεί από μόνο του για την επίλυση των προβλημάτων και τη διασφάλιση της ισότητας των δύο φύλων. Οι διακρίσεις λόγω φύλου που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία καταδεικνύουν πως η υλοποίηση της ισότητας των φύλων δεν έχει επιτευχθεί ακόμη. Απαιτείται λοιπόν η ένταξη της διάστασης του φύλου σε όλες τις πολιτικές και την εφαρμογή ειδικών μέτρων ή και θετικών δράσεων για την πρόληψη, εξάλειψη και θεραπεία των έμφυλων ανισοτήτων.
Με το Προεδρικό Διάταγμα 3/6-1-2021, «Άρθρο 2 - Μετονομασία Γενικής Γραμματείας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων», η Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων της παρ. 3 του άρθρου 7 του π.δ. 84/2019 (Α’ 123) μετονομάζεται σε Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων και η αντίστοιχη θέση Γενικού Γραμματέα Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων σε θέση Γενικού Γραμματέα Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, με ότι συνέπειες μπορεί αυτό να έχει στο μέλλον.